Στην πόλη όπου έζησα ως έφηβος, θυμάμαι να ζω λυπημένος και μόνος, προσπαθούσα να βρω κάποιο νόημα, κάποιον σκοπό. Λόγω μίας αναντικατάστατης απώλειας που μας βρήκε σαν οικογένεια εκείνη την περίοδο, όταν εγώ τελείωνα το Γυμνάσιο, όλοι μας είχαμε πέσει σε βαριά κατάθλιψη, δεν επικοινωνούσαμε μεταξύ μας , δεν βλεπόμασταν, ο καθένας ήταν χαμένος στον κόσμο του. Πέρασαν τα χρόνια, έφτασα Τρίτη Λυκείου, εκείνη την χρονιά έδινα Πανελλήνιες εξετάσεις και δεν είχα ιδέα για το τι θα ήθελα να κάνω αφού τελειώσω το Σχολείο, τι θα ήθελα να σπουδάσω, τι θα ήθελα να κάνω γενικότερα στην ζωή μου. Τότε λοιπόν, ήταν η πρώτη φορά που ξανά αρχίσαμε να ερχόμαστε σε επαφή με την μητέρα μου μετά από χρόνια, ένα βράδυ σε μία συναυλία «Active Member» στην Ναυαρίνου, ήταν σαν μία αναγέννηση, όπου ο φόβος και η λύπη έχασαν και κέρδισε η αγάπη, εκεί ήταν που άρχισαν όλα. Βρήκα το χαμένο μου ενδιαφέρον για το σχολείο, άρχισα να έχω σχέσεις με τους καθηγητές και τους συμμαθητές μου, έκανα μία φίλη με την οποία παίζαμε μουσική, γελούσαμε και περνούσαμε καλά. Μέχρι τότε, η πόλη και ο τόπος μου δεν σήμαιναν τίποτα για εμένα, τι να μου πούνε οι δρόμοι, πώς να με δροσίσει ο βαρδάρης, γιατί και πώς να με συναρπάσουν τα αστέρια και ο γαλάζιος ουρανός; Όταν ξέφυγα από την μοναξιά μου άρχισα να ανακαλύπτω τον κόσμο, να δημιουργώ αναμνήσεις, σαν μικρό παιδί, έδινα σημασία σε μικρά πράγματα και στιγμές. Κατάλαβα πως δεν υπάρχει ούτε νόημα, ούτε σκοπός και πως άσκοπα τον έψαχνα, η ζωή από μόνη της είναι όλα αυτά. Η πόλη μου λοιπόν, δεν είναι τίποτα άλλο παρά μόνο στιγμές τις οποίες μπορώ να μοιραστώ με ανθρώπους.